στροφοδίνη

στροφοδίνη
η быстрое, стремительное вращение

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "στροφοδίνη" в других словарях:

  • στροφοδίνη — η, Ν 1. γρήγορη περιστροφή, στροβιλισμός 2. αστροναυτ. ηθελημένη περιστροφή πυραύλων ή διαστημοπλοίου γύρω από έναν άξονα και κυρίως γύρω από τον άξονα συμμετρίας τού σώματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < στρέφω / στροφή + δίνη] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»